Δ. Κουτσούμπας: Θα έρθει η εποχή που οι ποιητές και οι λογοτέχνες θα εμπνέονται από τη νέα κοινωνία
Ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας απηύθυνε σήμερα χαιρετισμό στην έναρξη των εργασιών του 6ου κατά σειρά Επιστημονικού Συνεδρίου που διοργανώνει η ΚΕ του ΚΚΕ, στην Αίθουσα Συνεδρίων στον Περισσό, με θέμα «Η λογοτεχνία στα χρόνια της θύελλας (1940-1950)» – Για τη συνάντηση της νεοελληνικής λογοτεχνίας με την ΕΑΜική Αντίσταση και τον αγώνα του ΔΣΕ. Την εναρκτήρια ομιλία με τίτλο «Τέχνη και Ζωή» έκανε η Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ. Ακολούθήσε εισήγηση του Φάνη Παρρή, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ, για την εξεταζόμενη ιστορική περίοδο.
Οι εργασίες του Συνεδρίου συνεχίζονται σήμερα με τις ενότητες “Η λογοτεχνία στα χρόνια του ιταλοελληνικού πολέμου και της Κατοχής” και “Η λογοτεχνία την περίοδο των Δεκεμβριανών”, και αύριο Κυριακή με την ενότητα “Η λογοτεχνία την περίοδο του Εμφυλίου”. Ο κ. Κουτσούμπας στον χαιρετισμό του σημείωσε ότι τα Επιστημονικά Συνέδρια της ΚΕ του ΚΚΕ έχουν γίνει πλέον θεσμός, επισημαίνοντας ιδιαίτερα «το περιεχόμενο αυτού του Συνεδρίου για τα χρόνια της θύελλας, για τη δεκαετία του ’40, την πιο σπουδαία δεκαετία της επαναστατικής έξαρσης, σπουδαίων διδαγμάτων, την πιο κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, κατά τον 20ο αιώνα».
«Γιατί, υπάρχουν εκείνες οι στιγμές της ιστορίας και των αγώνων του λαού, που γεννούν σπουδαίες μελλοντικές παρακαταθήκες. Υπάρχουν εκείνες οι συγκυρίες και οι ιστορικές συνθήκες που ξεσπούν από μέσα τους σαν ώριμος καρπός οι μεγαλειώδεις εικόνες από το προκαθορισμένο μέλλον της επαναστατικής αλλαγής. Υπάρχουν εκείνοι οι καιροί μέσα στον χρόνο, που δεν αφήνουν μόνο το ανεξίτηλο αποτύπωμά τους στο διάβα της ιστορίας, αλλά επηρεάζουν βαθιά, ριζικά, ολοκληρωτικά τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς το κοινωνικό γίγνεσθαι.
“Τα χρόνια της θύελλας”, η δεκαετία του ’40, με την ΕΑΜική Αντίσταση και τον ένοπλο αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας είναι ακριβώς ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα όλων αυτών. Είναι η στιγμή που το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα βάζει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του στα γεγονότα και η λογοτεχνία του αγωνίζεται να γίνει πηγή έμπνευσης για τους χιλιάδες ανθρώπους που ρίχνονται στην φωτιά του πολιτικού αγώνα και της ένοπλης πάλης, ώστε όλο αυτό το μεγαλείο να καταγραφεί με τον πιο ζωντανό τρόπο στην ιστορία» τόνισε.
«Απόλυτα δικαιολογημένα μιλώντας για τη συγκεκριμένη δεκαετία, μία δεκαετία ανόδου και όξυνσης της ταξικής πάλης στη χώρα μας, την χαρακτηρίζουμε ως τα “χρόνια της θύελλας”. Γιατί είναι θύελλα κοινωνική, ανατρεπτική, ιστορική, η πάλη ενός λαού που με το όπλο στο χέρι, διεκδικεί το άλμα προς το αύριο. Που πολεμά για το ελπιδοφόρο μέλλον των ονείρων και των προσδοκιών του, για πιο όμορφες μέρες, πιο δίκαιες, πιο ανθρώπινες. Είναι η θύελλα που επιδιώκουμε να σαρώσει τον παλιό, ξεπερασμένο κόσμο της αδικίας και της εκμετάλλευσης. Μία τέτοια ιστορική συνθήκη θα ήταν αδύνατο να μην αγγίξει, να μην επηρεάσει και τους λογοτέχνες» πρόσθεσε.
Ο Δ. Κουτσούμπας αναφέρθηκε σε όσα σφράγισαν την λογοτεχνία εκείνης της εποχής και επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι «φυσικά η στάση των λογοτεχνών δε θα μπορούσε να είναι ενιαία, ούτε βέβαια να διαμορφωθεί από τη μία στιγμή στην άλλη» προσθέτοντας ότι «οι λογοτεχνικές συνειδήσεις έχουν άμεση συνάρτηση με το επίπεδο της λαϊκής πάλης, σφυρηλατούνται μέσα από το θέριεμα της ΕΑΜικής Αντίστασης και καθορίζονται από την εξέλιξη κάθε φάσης του αγώνα. Όπως και οι ιδεολογικές διαφορές ανάμεσα στον προοδευτικό λογοτεχνικό κόσμο με τους φιλελεύθερους λογοτέχνες είναι ορατές, ακόμα και στον τρόπο προσέγγισης του αγώνα για την απελευθέρωση».
«Ύστερα από την απελευθέρωση το 1944, θα παρουσιαστεί στην αστική διανόηση η αμηχανία για την απήχηση και το κύρος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στον λαό, ενώ μετά τον Δεκέμβρη του ’44, θα διαμορφωθεί η ανάγκη στο αστικό πολιτικό σύστημα να θωρακίσει την εξουσία του, επιδιώκοντας τη στήριξη των αστών λογοτεχνών, ως μέσο για να προσεγγίσει την πολυπληθή μάζα που έβλεπε ακόμα φιλικά το ΕΑΜικό κίνημα. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν από το κράτος στους αστούς λογοτέχνες, οι δικές τους παλινωδίες και η, τελικά καταδικαστική για τον αγώνα του ΔΣΕ, στάση των περισσότερων, αποτελούν ένα θέμα που θα απασχολήσει αυτό το Συνέδριο.
Στην σύγκρουση του Δεκέμβρη θα πάρει μέρος ένα τμήμα των ΕΑΜικών λογοτεχνών, ένα άλλο όμως όχι, υπό το βάρος της εκτίμησης ότι η στρατιωτική δράση ακυρώνει το αναγκαίο «ενωτικό» πνεύμα. Εκτός αυτού, με το πρώτο άνθισμα της αντιστασιακής τέχνης άρχισαν οι διωγμοί, οι ομαδικές εξορίες, οι καταδίκες, οι φυλακίσεις και οι ομαδικές εκτελέσεις. Μία συνθήκη φοβίας αρχίζει να επικρατεί που επηρεάζει φυσικά και τους λογοτέχνες», είπε.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Κουτσούμπας σημείωσε ότι «σε λογοτεχνικό επίπεδο αντανακλώνται και οι πολιτικές κατευθύνσεις του ΚΚΕ στη συγκεκριμένη περίοδο. Κομβικό σημείο είναι ότι ορίζεται ως διακύβευμα της δεκεμβριανής σύγκρουσης η εθνική ανεξαρτησία, η δημοκρατία, γενικά η προκοπή του λαού. Δεν έχει συνειδητοποιηθεί ο αντικειμενικά ταξικός χαρακτήρας της σύγκρουσης», προσθέτοντας ότι «ο πολιτικός προσανατολισμός του έργου των λογοτεχνών περιέχει αδυναμίες, που συνδέονται άμεσα με την μεταβαλλόμενη κομματική γραμμή και κυρίως με την αδυναμία της να συνδέσει τον αγώνα με τον στόχο του σοσιαλισμού, ζήτημα που αποτυπώνεται και στο δικό τους λογοτεχνικό έργο».
Επισήμανε, ταυτόχρονα, ότι «παρά το γεγονός, ότι στα περισσότερα έργα λείπει η ιδέα της κοινωνικής επανάστασης για έναν νέο, σοσιαλιστικό κόσμο χωρίς εκμετάλλευση, η ταξική διάσταση των έργων τους, καθόρισε την αρνητική στάση που είχε η αστική ιστοριογραφία και η λογοτεχνική κριτική απέναντι στα έργα της εποχής».
Αναφέρθηκε στη συμμετοχή των λογοτεχνών στον Δημοκρατικό Στρατό, στις διώξεις των κομμουνιστών από το αστικό κράτος που επεκτάθηκε και στο χώρο της διανόησης και σημείωσε: «τις αντοχές του κάθε λογοτέχνη καθόρισαν εν τέλει ο βαθμός αφομοίωσης της κομμουνιστικής ιδεολογίας και των στόχων της, η οργανωτική του σχέση με το Κόμμα και με τον βαθμό σύνδεσής του με το λαϊκό κίνημα και τους δεσμούς που είχε αναπτύξει με αυτό».
Είπε ότι και τότε «η ανάπτυξη της λογοτεχνίας δεν έμεινε πίσω», αναφέρθηκε στις προσπάθειες που έγιναν, τονίζοντας ότι «έγινε κατορθωτό να φωτιστούν -σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με προηγούμενα χρόνια- τα αντιτιθέμενα κοινωνικά και ταξικά συμφέροντα, ενώ ήρθε με περισσότερη θέρμη στο προσκήνιο η αναγκαιότητα μίας κοινωνικής – σοσιαλιστικής, επαναστατικής αλλαγής».
Έφερε ως παράδειγμα το έργο του Κώστα Βάρναλη “Ημερολόγιο της Πηνελόπης”, όπου τοποθετεί τις φράσεις: «Εμείς που φκιάσαμε τον τόπο μας θα γίνουμε και αφέντες του. Ζητάμε να πάρουμε μονάχοι μας το δίκιο μας και την λευτεριά μας, που θα πει την εξουσία» και το ποίημα «Γειτονιές του κόσμου», του Γιάννη Ρίτσου που γράφτηκε το 1949, ο ποιητής χρησιμοποιεί την φράση “Από εδώ, για τον Ήλιο” η οποία λειτουργεί στην ποίησή του σαν σύμβολο υπέρβασης της κοινωνικής πραγματικότητας.
«Αυτόν τον ήλιο κοιτάμε και σήμερα και λαχταράμε να μας φωτίσει, τον ήλιο του σοσιαλισμού – κομμουνισμού. Αυτό είναι το φωτεινό μέλλον της ανθρωπότητας και δεν έχουμε το δικαίωμα να προσδοκούμε τίποτα λιγότερο από αυτό. Δεν έχουμε το δικαίωμα ως κομμουνιστές να συμβιβαστούμε με τίποτα λιγότερο από έναν καινούργιο, ηλιόλουστο κόσμο.
Είμαστε σίγουροι ότι θα έρθει η εποχή που οι ποιητές, οι λογοτέχνες θα εμπνέονται από την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας. Θα θαμπώνονται από τον ήλιο του σοσιαλισμού και θα αποτυπώνουν στο χαρτί το μεγαλείο της ανθρώπινης προόδου και της επαναστατικής αλλαγής» τόνισε, καταλήγοντας στον χαιρετισμό του ο Δημήτρης Κουτσούμπας.